Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ 1826: "ΤΑ ΚΛΕΙΔΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΜΠΟΥΚΕΣ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΩΝ"

Κείμενο: Νίκος Μέντζας

Στις 10 Απριλίου του 1826, στο Μεσολόγγι, οι πολιορκημένοι πραγματοποιούν ηρωική έξοδο.
Ένα χρόνο πριν, τον Απρίλιο του 1825, ο Ρεσίντ Μεχμέτ Κιουταχής στρατοπεδεύει με τον στρατό του, που αριθμούσε 35.000 άνδρες, έξω από το Μεσολόγγι και ξεκινάει πολύμηνη πολιορκία. Οι αμυνόμενοι, που μέχρι τον Ιούλιο ανέρχονταν σε 3.500, πολεμούσαν τη μέρα και κατά τη διάρκεια της νύχτας εργάζονταν ακατάπαυστα για να στήσουν τα οχυρωματικά έργα.
Στα μέσα Ιουλίου ο Κιουταχής, έχοντας αποκλείσει τη θαλάσσια δίοδο άρα και τον - έστω και ανεπαρκή - μέχρι τότε ανεφοδιασμό, προτείνει στον πληθυσμό της πόλης να παραδοθεί άνευ όρων. Ο μεσολογγίτικος λαός, ύστερα από συνέλευση, αποφασίζει να υπερασπιστεί την πόλη μέχρι τέλους, κι έτσι ο οθωμανικός στρατός δυναμώνει την επίθεση του με πυροβολικό, πεζικό και ιππικό, ενώ οι πολιορκημένοι επιχειρούν και πολεμικές επιχειρήσεις με εξόδους. Ο ιστορικός Παναγιώτης Χιώτης γράφει στο έργο του "Ιστορία του Ιονίου κράτους από συστάσεως αυτού μέχρι ενώσεως": 
"Οι εν τη πόλει, έχοντες επικεφαλής τους οπλαρχηγούς, εποιήσαντο έξοδον την 19 Ιουνίου. Επί τούτο λοιπόν ανάψαντες υπόνομον, και μυδροβολούντες εκ των δυο πλευρών των κανονιών, εφόνευσαν 100 των εις τα χαρακώματα εχθρών, εζώγρησαν πολλούς και ελαφυραγώγησαν πολλά όπλα και σκεύη, και διήρπασαν 7 σημαίας." 


Όλο το επόμενο διάστημα, η πόλη δέχεται σφυροκοπήματα πυροβολικού, πυροδοτήσεις εκρηκτικών σε λαγούμια, ανύψωση της θέσης των επιτιθεμένων ...
με τεχνητούς λόφους και επιθέσεις μεγάλων ασκεριών. Σε γράμμα τους οι: Νότης Μπότσαρης, Μήτσος Κοντογιάννης και Νικήτας Σταματελόπουλος, ενημερώνουν την κεντρική διοίκηση σχετικά με την κατάσταση: "Ο εχθρός αυξάνει τας δυνάμεις του ημέρα τη ημέρα και τα χαρακώματα του μας τα σιμώνει ολόγυρα του κάστρου μας. Τα κανονοστάσιά μας δεν είναι πλέον εις κατάστασιν να αντισταθούν εις τα εδικά του. Το νερόν είναι κάμποσες ημέρες όπου μας το έκοψαν διόλου και πίνομε γλυφό. Εις τας οκτώ τρέχοντος εις τας εξ ώρας νυκτός ώρμησαν αιφνιδίως περίπου των δυόμιση χιλιάδων εχθρών δια να κάμουν την έφοδον από το δυτικόν μέρος του φρουρίου εις την άκραν, και σιμώνοντας οι μεν εμπροστινοί εφονεύθησαν, οι δε οπίσθιοι εδόθησαν εις φυγήν, εις αυτούς έγινεν αρκετός χαλασμός, και από εμάς ούτε επληγώθη τίνας". Παρά τις άθλιες συνθήκες, η εφευρετικότητα και το δαιμόνιο των Ελλήνων βρίσκονταν πάντα δυο βήματα μπροστά. Ως το τέλος του Ιουλίου του 1825, οι Οθωμανοί όχι μόνο δεν έχουν καταφέρει να κερδίσουν έδαφος, αλλά έχουν και τεράστιο αριθμό απωλειών, αναγκάζοντας τον Κιουταχή να σταματήσει τις επιχειρήσεις για να προβεί σε ανασύνταξη. Το "Άγνωστο Ιταλικό Χρονικό της Ελληνικής Επαναστάσεως", του οποίου ο συντάκτης στηρίχθηκε σε αφηγήσεις αγωνιστών, μας δίνει μια εικόνα της κατάστασης:


"Εκεί επολέμουν καθημερινώς μέχρι της 25ης ιουλίου, ημέρας καθ' ην οι τούρκοι ανέλαβον επίθεσιν κατά του Μεσολογγίου. 

Το Μεσολόγγιον υπεράσπιζον πολλοί αρχηγοί, έκαστος των οποίων εφύλασσεν ωρισμένην θέσιν. Ήσαν δ' ούτοι ο Μήτσος Κοντογιάννης, ο Νικήτας, ο Ανδρέας Λύκος, ο Νικόλαος Στουρνάρας, ο Μακρής, ο Λάμπρος Βεϊκος, ο Νότης Μπότσαρης, ο Γεώργιος, αδελφός της Βασιλικής, και ο Γρηγόριος Λιακατάς, οίτινες είχον αναγνωρίσει είδος προεδρίας εις τον Νότην Μπότσαρην, ως πρεσβύτερον την ηλικίαν.

Ο αριθμός αυτών ανήρχετο εις τρεις χιλιάδας άνδρας, δυνάμενους να φέρουν όπλα, εκτός πολλών χιλιάδων γυναικών και παιδιών, δεδομένου ότι είχον καταφύγει εκεί πολλαί οικογένειαι των περιχώρων, ινα σωθούν εκ των λεηλασιών του εχθρού. 

Προ τινών ημερών ο Κιουταχής είχε καλέσει τους Έλληνας, ίνα συζητήσουν περί της παραδόσεως του Μεσολογγίου, δεδομένου ότι αυτοί εστερούντο τροφίμων. Πράγματι οι Τούρκοι, αποκλείσαντες αυτούς από ξηράς και θαλάσσης, δεν είχον αφήσει μέρος δια του οποίου να ανεφοδιάζωνται οι ημέτεροι. 

Έλληνες, ίνα κερδίσουν χρόνο, εδέχθησαν να αποστείλουν αντιπροσώπους. Ο Κιουταχής απέστειλεν εκ μέρους του τον Ταχήρ Αμπάζην..., οι δεν Έλληνες τον Μήτσον Κοντογιάννην, τον Ανδρέαν Λύκον, τον Νότην Μπότσαρην, τον Στουρνάραν και τον Γεώργιον Ρινιάσαν. Οι Έλληνες, οίτινες μετέβαινον μόνον με τον σκοπόν όπως κερδίσουν χρόνον, εζήτησαν από τους Τούρκους προθεσμίαν τεσσαράκοντα ημερών ίνα παραδοθούν, επίσης δε εζήτησαν και ομήρους."

Ο Οθωμανός διαμεσολαβητής δεν δέχτηκε να αποστείλει ομήρους σε δούλους, όπως είπε, και έδωσε διορία τριών ημερών για την παράδοση. Παράλληλα απαίτησε από τους Έλληνες να αναχωρήσουν όλοι οι ξένοι, από την πόλη, να παραδοθεί η πύλη της πόλης σε οθωμανική φρουρά, όπως και να καταβληθούν όλοι οι φόροι που δεν είχαν δοθεί από την αρχή της επανάστασης.

"Οι Έλληνες, απορρίψαντες μετά περιφρονήσεως τας προτάσεις ταύτας, διελύθησαν και επέστρεψαν εις Μεσολόγγιον.

Μιαν ώραν πρό της πρωίας της 25ης Ιουλίου κατέπαυσεν ο κανονιοβολισμός και ο βομβαρδισμός, τούτο δε διότι οι Τούρκοι - οίτινες από πολλών ημερών επροχώρουν όπισθεν χωμάτινου προπετάσματος, το οποίον εφρόντιζον να μετακινήται έμπροσθεν αυτών, ενώ εκείνοι εβάδιζον όπισθεν του, και οίτινες, φθάσαντες μέχρι των φραγμάτων των ημετέρων, έρριψαν τα χώματα προς την μιαν πλευράν του ρείθρου, του περιβάλλοντος το Μεσολόγγιον προς το μέρος των οχυρών Τερρίμπιλε, Λουνέττας και Αγίου Νικολάου - εξήλθον μετά μεγάλης ορμής, συντεταγμένοι εις τέσσαρας φάλαγγας, διαβάντες δε το ρείθρον από της ισοπεδωθείσης πλευράς επετέθησαν κατά του Μεσολογγίου και κατέλαβον τα μνημονευθέντα οχυρά.

Οι ημέτεροι, οίτινες είχον υποχωρήσει εις τα εσωτερικά οχυρά, ως και πάντες οι λοιποί, οι πανταχόθεν εκδιωχθέντες (την στιγμήν εκείνην και αυταί αι γυναίκες ωπλίζοντο με λίθους), εξελθόντες ορμητικώς, υπεχρέωσαν εις υποχώρησιν τους Τούρκους, ανακατέλαβον τα οχυρά των και εκυρίευσαν τεσσαράκοντα σημαίας, προκαλέσαντες μεγάλην σφαγήν και απωθήσαντες αυτούς πέραν των οχυρών. Μη υπάρχοντος δε προπετάσματος χωματος, όπερ να τους καλύπτη, επειδή το είχον ρίψει ίνα ισοπεδώσουν την τάφρον, κατεβομβαρδίθησαν υπό του πυροβολικού, το οποίον δια των πολυβόλων και των όπλων κατέστρεψε μέγαν αριθμόν, μέχρις ου ούτοι απεσύρθησαν.

Κατά την στιγμήν εκείνην, αν ο Κιουταχής δεν ευρίσκετο όπισθεν με το ιππικόν και δεν εφόνευεν όσους Τούρκους απεσύροντο εκείθεν των οχυρωμάτων των, ούτοι θα είχον τραπεί εις φυγήν, διασκορπιζόμενοι εις τα όρη. Μόνον κατ' αυτόν τον τρόπον κατόρθωσαν να τους εξαναγκάσουν να παραμείνουν, επειδή δεν είχον δυνατότητα υποχωρήσεως. 

Την ημέραν εκείνην οι Τούρκοι απώλεσαν πλέον των χιλίων ανδρών, οι ημέτεροι δε περί τους είκοσι και ούτως έληξεν η επίθεσις"

Στα μέσα του Σεπτέμβρη, ο Καραϊσκάκης, που παρενοχλούσε ακατάπαυστα τους πολιορκητές, κατάφερε να περάσει στους Μεσολογγίτες λίγα πολεμοφόδια και τρόφιμα. Μέχρι τα μέσα του Οκτώβρη, ο Κιουταχής είδε τις δυνάμεις του από τις 30.000 να φτάνουν τις 8.000.
Στις 10 Δεκεμβρίου 1825, ύστερα από πίεση και της “Ιερής Συμμαχίας” προς την Πύλη, καταφτάνει ο Ιμπραήμ από την Αίγυπτο, αποβιβάζοντας περίπου 20.000 πολεμιστές. Εν τω μεταξύ, όπως γράφει ο Νικόλαος Σπηλιάδης στα απομνημονεύματά του, από την ελληνική διοίκηση στην Πελοπόννησο "κανείς δεν κινείται εναντίον του, διότι ο Κολοκοτρώνης είναι φυλακισμένος εις τον Προφήτην Ηλίαν της Ύδρας, και ο Νικηταράς περιπλανάται καταδιωκόμενος, ο, τε Γενναίος και Πλαπούτας ευρίσκονται εις αθυμίαν δια την κατάστασιν των συγγενών των". Τελικά, εξαιτίας της ανάγκης, τους δίνεται αμνηστία, τον Μάιο. Ο Νικηταράς βρισκόταν ήδη στο Μεσολόγγι, κυνηγημένος κατά την διάρκεια του εμφυλίου, από την κυβέρνηση. Εκεί, αφού επιθεωρήσει, ο Ιμπραήμ, την περιοχή, παρατηρεί με ειρωνικό τόνο: “Αυτός ο φράχτης σας εμπόδισε να πατήσετε το Μεσολόγγι;”. Και συμπληρώνει ότι ο ίδιος θα χρειαστεί μόνο δεκαπέντε ημέρες. Ξεκινάει κι αυτός επίθεση εναντίον της πόλης. Αφού περνάνε μερικές μέρες, βλέποντας την σθεναρή αντίσταση, διατάζει το πυροβολικό να βάλλει ακατάπαυστα. Στις 16 Φεβρουαρίου 1826, ξεκινάει σφοδρή επίθεση, η οποία αποκρούεται με σθένος από την ομάδα του Κίτσου Τζαβέλα. Ο Ιμπραήμ, βλέποντας ότι τελικά ο “φράχτης” τού κοστίζει μεγάλες απώλειες, προτείνει, μέσω του Άγγλου αρμοστή των Ιονίων Φρειδερίκου Άνταμ, την παράδοση. Οι πολιορκημένοι, ως σύγχρονοι Θερμοπυλομάχοι τού απαντούν πως “τα κλειδιά της πόλης βρίσκονται στις μπούκες των κανονιών” που ήταν παραταγμένα στην περίμετρο. Την επόμενη, ενοχλημένος διατάζει νέα επίθεση, η οποία είχε τελικά τα αποτελέσματα της προηγούμενης. Μελετώντας από την αρχή το πλάνο της τακτικής, καθιστά το μπλόκο από την θάλασσα αδιάσπαστο. Παρόλα αυτά η φρουρά του Μεσολογγίου με ηρωικές εξόδους τσακίζει τα στρατεύματα, πιάνει αιχμαλώτους, πολεμοφόδια και λάφυρα, αναγκάζοντας τον Ιμπραήμ να περιοριστεί σε βολές πυροβολικού μέχρι τα μέσα Μαρτίου. Σύμφωνα με τα “Ελληνικά Χρονικά”, εφημερίδα της εποχής που εξέδιδε ο Ελβετός φιλέλληνας Γιόχαν Μάγιερ στο Μεσολόγγι, εκείνο το δεκαπενθήμερο πέσανε στο Μεσολόγγι πάνω από 17.000 σιδερένιες μπάλες.
Στις 3 Μαρτίου, ο Ιμπραήμ στέλνει νέο αίτημα για παράδοση, αυτή την φορά με… παραχωρήσεις. Ο Τούρκος απεσταλμένος στο Μεσολόγγι διαμηνύει στην ελληνική αντιπροσωπεία ότι ο πασάς δέχτηκε να αφήσει στους πολεμιστές τα άρματα μετά την παράδοση. Ο Νότης Μπότσαρης τότε, του απαντάει:
“Στάσου! Ξέρεις πότε μπορεί να μας χαρίσει τα άρματα μας; Άμα τα πάρει! Ειδεμή, όσο τάχουμε στο ζουνάρι μας τα ορίζουμε εμείς. Και δεν είναι στην εξουσία του να μας τα χαρίσει, μα να κοιτάξει πως θα φυλάξει και τα δικά του!”
Δίνεται νέα, ακόμη πιο σφοδρή επίθεση των οθωμανικών στρατευμάτων. Το νησάκι Κλείσοβα, που βρίσκεται στην λιμνοθάλασσα, ήταν το κύριο σημείο ανεφοδιασμού των πολιορκημένων από θαλάσσης. Στις 25 Μαρτίου, ο Ιμπραήμ στέλνει εκστρατευτικό σώμα υπό τον Κιουταχή για να το καταλάβει. Στην τοποθεσία βρίσκονταν 131 Έλληνες υπό την διοίκηση του Κίτσου Τζαβέλα, πίσω από τεχνητές οχυρωματικές θέσεις. Το τουρκοαιγυπτιακό σώμα αποτελείτο από 6.000 άνδρες. Μετά από έξι αποτυχημένες προσπάθειες, οι επιτιθέμενοι εγκατέλειψαν, αφού υπέστησαν πανωλεθρία με 3.000 νεκρούς, μεταξύ των οποίων και ο γαμπρός του Ιμπραήμ, Χουσεΐν μπέης. Οι επαναστάτες από τη μεριά τους, έχασαν 24 άνδρες, ενώ έπεσαν στα χέρια τους αρκετά λάφυρα.
Παρόλα αυτά, το τελευταίο διάστημα, μέχρι τα μέσα του Μαρτίου, ο χειρότερος εχθρός των πολιορκημένων είχε αρχίσει να γίνεται η πείνα. Μέσα στην πόλη δεν υπάρχει πλέον, όχι μόνο ίχνος τροφίμων, αλλά ούτε ποντίκια, γάτες, σκύλοι ή οτιδήποτε που θα μπορούσε να φαγωθεί… Οι νεκρώσιμες καμπάνες όμως δεν χτυπάνε, για να μην δημιουργηθεί στον εχθρό η υποψία της τραγικής κατάστασης εντός των τειχών. Ως ύστατη λύση αποφασίζεται η γενική έξοδος με το σπαθί στο χέρι, και οι προετοιμασίες γίνονται με άκρα μυστικότητα. Οι στρατιωτικοί καταρτίζουν το σχέδιο. Θα κινήσουν δυο φάλαγγες, η μία από πολεμιστές και η άλλη από γυναικόπαιδα, που θα την υπερασπίζουν ευκίνητες δυνάμεις. Οπισθοφυλακή ο Κίτσος Τζαβέλας με την ομάδα του. Μόλις ανατινάζονταν από τους λαγουμιτζήδες τα πρώτα ταμπούρια του εχθρού, θα ακολουθούσε και τρίτη φάλαγγα με αμάχους, που θα τους πλαισίωναν μάχιμοι συγγενείς τους. Γενικός τόπος συνάντησης ορίστηκε το μοναστήρι του Άγιου Συμεώνος.
Μεχμέτ Ρεσίτ Κιουταχής και Ιμπραήμ Πασάς


Το σχέδιο της εξόδου που αποφάσισαν οι Μεσολογγίτες:

Εν ονόματι της Αγίας Τριάδος.
Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου εδώ ...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...